Της Δωρας Aντωνιου
Οι εξελίξεις στις έρευνες για κοιτάσματα υδρογονανθράκων σε Ιόνιο και Λιβυκό Πέλαγος, όπου ήδη έχουν αρχίσει σεισμικές έρευνες, αλλά και οι συνεχιζόμενες έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ, αναμένεται να καθορίσουν τα επόμενα βήματα της κυβέρνησης όσον αφορά την προοπτική ανακήρυξης ΑΟΖ. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, αλλά και τις εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων, εφ' όσον τα σεισμικά δεδομένα που συγκεντρώνονται από την παρούσα φάση ερευνών της νορβηγικής εταιρείας PGS σε Ιόνιο και Λιβυκό δώσουν συγκεκριμένες ενδείξεις για κοιτάσματα υδρογονανθράκων και εάν από τις γεωτρήσεις στην Κύπρο
επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις για νέα κοιτάσματα, τότε η χώρα μας θα μπορεί να διασφαλίσει ισχυρή διεθνή υποστήριξη στην απόφασή της να προχωρήσει στην ανακήρυξη ΑΟΖ.
Οι διεθνείς συμμαχίες θα αποδειχθούν πολύτιμες στη φάση οριοθέτησης της ΑΟΖ με όλες τις διά θαλάσσης όμορες χώρες, που απαιτείται για να ολοκληρωθεί η διαδικασία καθορισμού της.
Οι ίδιες πηγές, πάντως, προσθέτουν ότι με την οριοθέτηση της περιοχής συνολικής έκτασης 220.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στην οποία γίνονται οι έρευνες, από τους Οθωνούς μέχρι το Λιβυκό, ουσιαστικά έχουμε de facto άσκηση κυριαρχικού δικαιώματος, που αποτελεί σημαντική υποθήκη εν όψει μελλοντικών εξελίξεων στο ζήτημα της ΑΟΖ.
Ο δρόμος, ωστόσο, μέχρι να έχουμε συγκεκριμένα αποτελέσματα και γνώση για το εάν υπάρχουν στον υπό έρευνα υποθαλάσσιο χώρο κοιτάσματα φυσικού αερίου ή και πετρελαίου και, ακολούθως, εάν αυτά είναι αξιοποιήσιμα είναι αρκετά μακρύς.
Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης, υπεύθυνος Προγράμματος Γεωπολιτικής της Ενέργειας του ΕΛΙΑΜΕΠ, αναφερόμενος στις διάφορες έρευνες που κατά καιρούς παρουσιάζονται ως αποκαλυπτικές για ύπαρξη υδρογονανθράκων στις εν λόγω περιοχές, επισημαίνει ότι αυτές βασίζονται σε πρωτογενείς γεωλογικές ενδείξεις, όπως η αναφορά σε λασποηφαίστεια, η γειτνίαση με την περιοχή όπου έχουν βρεθεί αξιοποιήσιμα κοιτάσματα από Κύπρο, Αίγυπτο και Ισραήλ και ορισμένα συγγενή γεωλογικά δεδομένα, που δεν θεωρούνται στοιχεία αξιόπιστα και επαρκή για να μιλήσει κανείς με βεβαιότητα για ενεργειακά κοιτάσματα. Ακόμη και η γειτνίαση με ενεργειακά πλούσιες περιοχές δεν διασφαλίζει κάτι και χαρακτηριστικά ο κ. Τσακίρης αναφέρει το παράδειγμα του Αμπού Ντάμπι και του Ντουμπάι, με το πρώτο να διαθέτει πλούσια πετρελαϊκά κοιτάσματα και το δεύτερο, που βρίσκεται δίπλα, να είναι ενεργειακά φτωχό.
Τις πρώτες ασφαλείς ενδείξεις για το εάν υπάρχουν κοιτάσματα στο Ιόνιο και νοτίως της Κρήτης, η Ελλάδα θα τις έχει μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2013, όταν ολοκληρωθεί η συλλογή σεισμικών δεδομένων από τα τρία σκάφη της PGS. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι, για παράδειγμα, η Κύπρος ερεύνησε επί χρόνια μία θαλάσσια περιοχή 51.500 τετραγωνικών χιλιομέτρων για να καταλήξει με ασφαλή στοιχεία που οδήγησαν στις γεωτρήσεις. Στην Ελλάδα, η έρευνα εκτείνεται σε υπερτετραπλάσια έκταση και είναι διάρκειας μόλις μερικών μηνών. Αυτό σημαίνει ότι ίσως τα στοιχεία που θα συγκεντρωθούν να είναι ελλιπή και να απαιτείται μεγαλύτερος όγκος έρευνας σε μια μεταγενέστερη φάση.
Η πρώτη γεώτρηση
Μετά την ολοκλήρωση των σεισμικών ερευνών και την ανάλυση δεδομένων, τα πακέτα πληροφοριών που θα διαμορφωθούν πωλούνται στους ενδιαφερομένους. Ακολουθεί η χάραξη οικοπέδων και η πρόσκληση ενδιαφέροντος προς εταιρείες, διαδικασία που αναμένεται να ολοκληρωθεί όχι πριν από τα τέλη του 2014, αρχές του 2015. Οι εταιρείες που τελικά θα αποκτήσουν το δικαίωμα ερευνών σε συγκεκριμένα οικόπεδα θα προχωρήσουν σε διερευνητική γεώτρηση, κόστους 50 - 100 εκατ. δολαρίων. Ο μέσος όρος επιτυχούς αποτελέσματος σε ανάλογες περιπτώσεις ανέρχεται, όπως τονίζει ο κ. Τσακίρης, σε μόλις 20% - 25%. Με δεδομένη την περιορισμένη διάθεση τρυπανιών που μπορούν να ερευνήσουν σε τόσο μεγάλα θαλάσσια βάθη, εκτιμάται ότι πιθανότατα θα φθάσουμε στο 2017 - 2018 για την πρώτη γεώτρηση. Εφ' όσον αυτή είναι επιτυχής, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί δεύτερη γεώτρηση, που θα δώσει συγκεκριμένα δεδομένα για το πού υπάρχουν κοιτάσματα και σε τι ποσότητες και εάν είναι αξιοποιήσιμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου